Εξαρθρώθηκε μετά από πολυήμερη, συστηματική και μεθοδική
έρευνα της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και
Εμπορίας Ανθρώπων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, σε συνεργασία με την
Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Χανίων, διεθνής εγκληματική οργάνωση Γεωργιανών η οποία
διέπραττε κλοπές από κοσμηματοπωλεία με τη μέθοδο του ριφιφί και της
«απασχόλησης».
Σύμφωνα με πληροφορίες της
αστυνομίας συνελήφθησαν τη Τετάρτη στα Χανιά, επτά μέλη της σπείρας
Γεωργιανής καταγωγής. Συγκεκριμένα, συνελήφθησαν πέντε άνδρες ηλικίας
31, 33, 37, 38 και 41 ετών και δύο γυναίκες ηλικίας 59 και 61 ετών.
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε ποινική δικογραφία, κακουργηματικού χαρακτήρα, για τα κατά περίπτωση αδικήματα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπών και αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος.
Ενώ, αναφέρεται ότι η Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου
Εγκλήματος, στο πλαίσιο διερεύνησης της δράσης διεθνούς εγκληματικής
οργάνωσης Γεωργιανών υπηκόων, η οποία δραστηριοποιείται στην διάπραξη
διαρρήξεων κοσμηματοπωλείων, εξακρίβωσε την άφιξη στην Χώρα μας τριών
μελών της στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, οι οποίοι στη συνέχεια
προωθήθηκαν μέσω του λιμένα Πειραιά στα Χανιά Κρήτης.
Οι τρεις παραπάνω υπήκοοι Γεωργίας, είχαν συλληφθεί κατά το παρελθόν στην πατρίδα τους για διάφορα αδικήματα όπως κλοπές, διαρρήξεις κατοχή, αποθήκευση και χρήση όπλων, διακίνηση ναρκωτικών και είχαν εκτίσει πολυετείς ποινές κάθειρξης σε φυλακές της Γεωργίας.
Σκοπός της άφιξής τους στην Ελλάδα ήταν η διάπραξη διαρρήξεων-κλοπών σε κοσμηματοπωλεία στην Κρήτη. Για το σκοπό αυτό συναντήθηκαν με τα άλλα μέλη της οργάνωσης και οργάνωσαν σειρά προπαρασκευαστικών ενεργειών.
Κατ’ αρχάς επισκέφθηκαν πλήθος κοσμηματοπωλείων σε όλους τους νομούς της Κρήτης στα οποία διενήργησαν αυτοψία με σκοπό να επιλέξουν τα πιο «ευάλωτα». Έτσι, από το σύνολο των κοσμηματοπωλείων που επισκέφθηκαν στην Κρήτη εστίασαν την προσοχή τους σε τριάντα πέντε.
Συγκεκριμένα τα μέλη της σπείρας επιθεωρούσαν εξονυχιστικά τόσο τους εξωτερικούς όσο και τους εσωτερικούς χώρους αυτών, ενώ κατέγραφαν με ψηφιακές συσκευές τα συστήματα καμερών που ήταν εγκατεστημένα στα καταστήματα.
Αργότερα εισέρχονταν εντός των καταστημάτων, προσποιούμενοι τους πελάτες και με την συνδρομή της 61χρονης συνεργού τους, η οποία ως γυναίκα είχε το διακριτό ρόλο να δοκιμάζει κοσμήματα, κατέγραφαν το σύνολο των διαθέσιμων κοσμημάτων καθώς και το χώρο αποθήκευσής τους, εκτιμώντας με ακρίβεια, τόσο το βάρος αυτών σε χρυσό όσο και την αξία τους.
Το επόμενο βήμα ήταν η επιθεώρηση όλων των χώρων και των κτηρίων που συνόρευαν με τα κοσμηματοπωλεία, προκειμένου να διαπιστώσουν κατά πόσο ήταν εφικτό να τα παραβιάσουν και να εισέλθουν εντός. Στις περιπτώσεις που τα κοσμηματοπωλεία διατηρούσαν μεσοτοιχία με άλλα κτήρια εισέρχονταν σε αυτά προκειμένου να ελέγξουν την σταθερότητά της και τη δυνατότητα διάνοιξης οπής.
Παράλληλα, πραγματοποιούσαν πεζές και εποχούμενες διελεύσεις σε όλους τους δρόμους από τους οποίους περικλείονταν το κάθε κατάστημα, εξετάζοντας τα σημεία τα οποία θα μπορούσε να «στηθεί» ο τσιλιαδόρος, καθώς και τα πιθανά δρομολόγια διαφυγής.
Όπως εξακριβώθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στην Κρήτη τα μέλη της οργάνωσης αφαιρούσαν κοσμήματα από διάφορα καταστήματα με τη μέθοδο της «απασχόλησης». Συγκεκριμένα κατά την επιθεώρηση των εσωτερικών χώρων των κοσμηματοπωλείων, εισέρχονταν, προσποιούμενοι τους πελάτες και δοκίμαζαν πολλά κοσμήματα, αφαιρώντας ορισμένα από αυτά, χωρίς οι ιδιοκτήτες ή οι υπάλληλοι των καταστημάτων να το αντιλαμβάνονται.
Σε μία εκ των περιπτώσεων, η οποία έλαβε χώρα πρωινές ώρες της Τρίτης, κατάφεραν με την παραπάνω μέθοδο να αφαιρέσουν κοσμήματα αξίας 50.000 ευρώ από κοσμηματοπωλείο στα Χανιά, πλην όμως κατά την απομάκρυνσή τους από το σημείο έγιναν αντιληπτοί και κατά την προσπάθεια διαφυγής τους απώλεσαν τα κλεμμένα κοσμήματα, τα οποία και επεστράφησαν στον ιδιοκτήτη τους.
Επίσης αποκαλύφθηκαν όλες οι προπαρασκευαστικές ενέργειες, όπως διάτρηση μεσοτοιχιών, διάνοιξη τούνελ, απόκρυψη εργαλείων, που είχαν γίνει πλησίον δύο κοσμηματοπωλείων, στην πόλη των Χανίων, προκειμένου να εισέλθουν σε αυτά με τη μέθοδο του «ριφιφί».
Οι αστυνομικές αρχές αποφάσισαν να προχωρήσουν την Τετάρτη στη σύλληψή τους, προκειμένου να διακοπεί η δράση της εγκληματικής ομάδας.
Όπως αναφέρεται, στην κατοχή τους βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δεκάδες χρυσών κοσμημάτων, συνολικού βάρους 600 γραμμαρίων, όλα προερχόμενα από κλοπές με τη μέθοδο της απασχόλησης. Ακόμη, οι έρευνες στις οικίες των συλληφθέντων βρέθηκε και κατασχέθηκε μεγάλος αριθμός εργαλείων που χρησιμοποιούνται για τη διάπραξη διαρρήξεων – ριφιφί.
Η αξιολόγηση όλων των στοιχείων της προανάκρισης κατέδειξε τη σχέση των κατηγορουμένων με ηγετικά μέλη της Γεωργιανής μαφίας και το διεθνικό χαρακτήρα αυτής, η οποία δρα ως βραχίονας εγκληματικού δικτύου το οποίο δραστηριοποιείται στην διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων σε όλη την Ευρώπη.
Τέλος, οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Χανίων ο οποίος τους παρέπεμψε για κύρια ανάκριση στον κ. Ανακριτή Πλημμελειοδικείου Χανίων.
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε ποινική δικογραφία, κακουργηματικού χαρακτήρα, για τα κατά περίπτωση αδικήματα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπών και αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος.
Οι τρεις παραπάνω υπήκοοι Γεωργίας, είχαν συλληφθεί κατά το παρελθόν στην πατρίδα τους για διάφορα αδικήματα όπως κλοπές, διαρρήξεις κατοχή, αποθήκευση και χρήση όπλων, διακίνηση ναρκωτικών και είχαν εκτίσει πολυετείς ποινές κάθειρξης σε φυλακές της Γεωργίας.
Σκοπός της άφιξής τους στην Ελλάδα ήταν η διάπραξη διαρρήξεων-κλοπών σε κοσμηματοπωλεία στην Κρήτη. Για το σκοπό αυτό συναντήθηκαν με τα άλλα μέλη της οργάνωσης και οργάνωσαν σειρά προπαρασκευαστικών ενεργειών.
Κατ’ αρχάς επισκέφθηκαν πλήθος κοσμηματοπωλείων σε όλους τους νομούς της Κρήτης στα οποία διενήργησαν αυτοψία με σκοπό να επιλέξουν τα πιο «ευάλωτα». Έτσι, από το σύνολο των κοσμηματοπωλείων που επισκέφθηκαν στην Κρήτη εστίασαν την προσοχή τους σε τριάντα πέντε.
Πώς λειτουργούσε η συμμορία
Κατά την διενέργεια των αυτοψιών στα κοσμηματοπωλεία , η εγκληματική οργάνωση υιοθετούσε διάφορες μεθόδους οι οποίες κατέδειξαν την οργάνωση τον «επαγγελματισμό», την εμπειρία , και την εξειδίκευση των μελών της.Συγκεκριμένα τα μέλη της σπείρας επιθεωρούσαν εξονυχιστικά τόσο τους εξωτερικούς όσο και τους εσωτερικούς χώρους αυτών, ενώ κατέγραφαν με ψηφιακές συσκευές τα συστήματα καμερών που ήταν εγκατεστημένα στα καταστήματα.
Αργότερα εισέρχονταν εντός των καταστημάτων, προσποιούμενοι τους πελάτες και με την συνδρομή της 61χρονης συνεργού τους, η οποία ως γυναίκα είχε το διακριτό ρόλο να δοκιμάζει κοσμήματα, κατέγραφαν το σύνολο των διαθέσιμων κοσμημάτων καθώς και το χώρο αποθήκευσής τους, εκτιμώντας με ακρίβεια, τόσο το βάρος αυτών σε χρυσό όσο και την αξία τους.
Το επόμενο βήμα ήταν η επιθεώρηση όλων των χώρων και των κτηρίων που συνόρευαν με τα κοσμηματοπωλεία, προκειμένου να διαπιστώσουν κατά πόσο ήταν εφικτό να τα παραβιάσουν και να εισέλθουν εντός. Στις περιπτώσεις που τα κοσμηματοπωλεία διατηρούσαν μεσοτοιχία με άλλα κτήρια εισέρχονταν σε αυτά προκειμένου να ελέγξουν την σταθερότητά της και τη δυνατότητα διάνοιξης οπής.
Παράλληλα, πραγματοποιούσαν πεζές και εποχούμενες διελεύσεις σε όλους τους δρόμους από τους οποίους περικλείονταν το κάθε κατάστημα, εξετάζοντας τα σημεία τα οποία θα μπορούσε να «στηθεί» ο τσιλιαδόρος, καθώς και τα πιθανά δρομολόγια διαφυγής.
Όπως εξακριβώθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στην Κρήτη τα μέλη της οργάνωσης αφαιρούσαν κοσμήματα από διάφορα καταστήματα με τη μέθοδο της «απασχόλησης». Συγκεκριμένα κατά την επιθεώρηση των εσωτερικών χώρων των κοσμηματοπωλείων, εισέρχονταν, προσποιούμενοι τους πελάτες και δοκίμαζαν πολλά κοσμήματα, αφαιρώντας ορισμένα από αυτά, χωρίς οι ιδιοκτήτες ή οι υπάλληλοι των καταστημάτων να το αντιλαμβάνονται.
Σε μία εκ των περιπτώσεων, η οποία έλαβε χώρα πρωινές ώρες της Τρίτης, κατάφεραν με την παραπάνω μέθοδο να αφαιρέσουν κοσμήματα αξίας 50.000 ευρώ από κοσμηματοπωλείο στα Χανιά, πλην όμως κατά την απομάκρυνσή τους από το σημείο έγιναν αντιληπτοί και κατά την προσπάθεια διαφυγής τους απώλεσαν τα κλεμμένα κοσμήματα, τα οποία και επεστράφησαν στον ιδιοκτήτη τους.
Επίσης αποκαλύφθηκαν όλες οι προπαρασκευαστικές ενέργειες, όπως διάτρηση μεσοτοιχιών, διάνοιξη τούνελ, απόκρυψη εργαλείων, που είχαν γίνει πλησίον δύο κοσμηματοπωλείων, στην πόλη των Χανίων, προκειμένου να εισέλθουν σε αυτά με τη μέθοδο του «ριφιφί».
Οι αστυνομικές αρχές αποφάσισαν να προχωρήσουν την Τετάρτη στη σύλληψή τους, προκειμένου να διακοπεί η δράση της εγκληματικής ομάδας.
Όπως αναφέρεται, στην κατοχή τους βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δεκάδες χρυσών κοσμημάτων, συνολικού βάρους 600 γραμμαρίων, όλα προερχόμενα από κλοπές με τη μέθοδο της απασχόλησης. Ακόμη, οι έρευνες στις οικίες των συλληφθέντων βρέθηκε και κατασχέθηκε μεγάλος αριθμός εργαλείων που χρησιμοποιούνται για τη διάπραξη διαρρήξεων – ριφιφί.
Η αξιολόγηση όλων των στοιχείων της προανάκρισης κατέδειξε τη σχέση των κατηγορουμένων με ηγετικά μέλη της Γεωργιανής μαφίας και το διεθνικό χαρακτήρα αυτής, η οποία δρα ως βραχίονας εγκληματικού δικτύου το οποίο δραστηριοποιείται στην διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων σε όλη την Ευρώπη.
Τέλος, οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Χανίων ο οποίος τους παρέπεμψε για κύρια ανάκριση στον κ. Ανακριτή Πλημμελειοδικείου Χανίων.