Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

«Πυρήνας» επιχειρηματικής δραστηριότητας ΛΑΘΡΟμεταναστών η Αριστοτέλους


Αλλάζει ο εμπορικός χάρτης ενός από τους πλέον τραγουδισμένους δρόμους της Αθήνας, ως αποτέλεσμα αλλοίωσης της πληθυσμιακής ταυτότητας της ευρύτερης περιοχής.

Η οδός Αριστοτέλους εξελίσσεται σε έδρα επιχειρηματικής δραστηριότητας λαθρομεταναστών και προσφύγων και μάλιστα, με συγκεκριμένο «target group», για κάθε εγχείρημα.

Στην ευρύτερη περιοχή, τα τελευταία χρόνια, έχουν εγκατασταθεί λαθρομετανάστες και πρόσφυγες, προερχόμενοι κυρίως από την Ασία και λιγότερο από την Αφρική, οι οποίοι αργά και σταθερά, κάνουν όλο και πιο αισθητή την παρουσία τους στην τοπική εμπορική κίνηση. Κοινός εχθρός είναι η οικονομική κρίση, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα μόνο τον τελευταίο χρόνο να κλείσουν 25-30 από τα συνολικά 145 καταστήματα του δρόμου, σε απόσταση μόλις μισού χιλιομέτρου, από την Αγίου Μελετίου μέχρι την Πλατεία Βικτωρίας.

Ενδεικτικό είναι, εξάλλου, ότι από τα 105 μαγαζιά, που λειτουργούν στην περιοχή, 64 είναι ελληνικά και τα υπόλοιπα 41 ανήκουν σε μετανάστες. Από τα τελευταία, 12 ανήκουν σε (λαθρο)μετανάστες από το Μπαγκλαντές, 7 σε Αλβανούς, 4 σε Σύρους, 4 σε Αφγανούς, 2-3 σε Πολωνούς, 3-4 σε Νιγηριανούς, 2 σε Αιγυπτίους, 2 σε Κινέζους και ένα σε μετανάστη από το Καμερούν.

Η κατανομή των εμπορικών δραστηριοτήτων μεταξύ Ελλήνων, στην οδό Αριστοτέλους, έχει ως εξής: τέσσερα φαρμακεία, δύο υδραυλικοί, δύο ηλεκτρολόγοι, δύο μεσιτικά γραφεία, δύο πρακτορεία τυχερών παιχνιδιών, δύο φούρνοι, δύο super market, ένα pet shop, δύο κρεοπωλεία, δύο μεταποιητές, ένα ανθοπωλείο, ένα τυπογραφείο, ένας τεχνίτης τεντών, ένα κατάστημα πυρασφαλειών, ένα εξοπλισμών κουζίνας, ένα με χρώματα/σιδηρικά, ένα φοροτεχνικό γραφείο, ένα καθαριστήριο, τρεις κάβες, ένα κατάστημα ηχητικών συστημάτων, δύο κινητής τηλεφωνίας, ένα με κλωστές και είδη ραπτικής, ένα πώλησης υποδημάτων, ένα με παιδικά ρούχα, τρία Video Club, δύο κοσμηματοπωλεία, ένα επιπλάδικο και ένα με μικροέπιπλα.

Αντίθετα, τον κλάδο των mini market, «κινούν», στην πλειονότητά τους, (λαθρο)μετανάστες από το Μπαγκλαντές (6 από τα 13). Ακολουθούν Έλληνες (2), Πολωνοί (1), Πακιστανοί (1), Αλβανοί (1), Νιγηριανοί (1), Σύροι (1). Αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρείται με τα κουρεία/κομμωτήρια, από τα οποία δύο ανήκουν σε Έλληνες, δύο σε προερχόμενους από το Μπαγκλαντές, δύο σε Αλβανούς και από ένα σε Αφγανούς και Νιγηριανούς. Ο χώρος, εξάλλου, των Internet Cafe/Call Center μοιράζεται μεταξύ Αφγανιστάν (2), Μπαγκλαντές (1), Πακιστάν (1) και Νιγηρία (1) και των Money Transfer (μεταφοράς χρημάτων) επίσης μεταξύ Αφγανιστάν, Μπαγκλαντές, Νιγηρίας και Συρίας με κάθε κοινότητα να έχει το δικό της μαγαζί.

Τα τρία καταστήματα ψιλικών στην περιοχή ανήκουν σε Αλβανούς (λαθρο)μετανάστες και τα δύο παραδοσιακά καφενεία σε Έλληνες. Εσχάτως άνοιξε fast food από (λαθρο)μετανάστη του Μπαγκλαντές, ένα cafe bar από προερχόμενο από το Καμερουν και κατάστημα με μπιλιάρδα από Σύρους συνεταίρους.

Σημειώνεται ότι κάποια καταστήματα, λόγω και της οικονομικής κρίσης, είτε αλλάζουν χρήση, είτε προσπαθούν να συνδυάσουν δύο χρήσεις, προκειμένου να αυξήσουν την πελατεία τους. Αυτό παρατηρείται και στα ψιλικατζίδικα, που πωλούν πλέον και είδη τροφίμων, όπως και οι κάβες, που εντάσσουν στα προς πώληση προϊόντα τους και ψιλικά, αλλά και cafe bar, που «φιλοξενούν» μηχανήματα με φρουτάκια.

Στην ερώτηση «πως πάνε οι δουλειές», οι απαντήσεις ποικίλουν. Εκείνοι που βλέπουν τη δουλειά τους να ανθεί είναι οι μεσίτες, καθώς στην περιοχή εξακολουθεί να υπάρχει κινητικότητα, με ιδιοκτήτες ακινήτων, που πωλούν, ή νοικιάζουν. Ευχαριστημένοι εμφανίζονται και οι πράκτορες τυχερών παιχνιδιών, οι οποίοι δηλώνουν ότι έχουν πελάτες από όλες τις χώρες. «Multiethnic» πελατεία έχουν, επίσης, τα φαρμακεία και οι φούρνοι.

Η γκρίνια ξεκινά εκεί όπου αυξάνει ο ανταγωνισμός. Mini market και καταστήματα, που απευθύνονται κυρίως σε κοινό ντόπιο και από την Ανατολική Ευρώπη, καταγράφουν πτώση τζίρου παράλληλα με τη συρρίκνωση Ελλήνων και Ανατολικοευρωπαίων από τον ενεργό πληθυσμό της περιοχής. Ιδιοκτήτες κοσμηματοπωλείων και καταστημάτων με είδη δώρων, ρούχα ή άνθη, εμφανίζονται προβληματισμένοι με τη βιωσιμότητά των επιχειρήσεών τους δεδομένης και της οικονομικής κρίσης.

Προβλήματα, όμως, αντιμετωπίζουν και επιχειρηματίες μετανάστες «προηγούμενης γενιάς», κυρίως Αλβανοί και Πολωνοί, οι οποίοι δραστηριοποιούνταν πρώτοι στην περιοχή, αλλά αναγκάστηκαν να κλείσουν τα καταστήματά τους, λόγω οικονομικής κρίσης κυρίως, όμως, λόγω ανταγωνισμού με τη «νέα γενιά» μεταναστών από χώρες Ασίας. Οι Ασιάτες, από την πλευρά τους, διαμαρτύρονται για τη δυσκολία, που -όπως δηλώνουν- αντιμετωπίζουν στη διαδικασία εξασφάλισης της άδειας να ανοίξουν ένα κατάστημα, για τα ενοίκια, που αξιολογούνται ως εξαιρετικά υψηλά σε σχέση με τις δυνατότητες της περιοχής, και γενικότερα για τη συρρίκνωση των εσόδων τους, λόγω της οικονομικής κρίσης.

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι όλοι, ανεξαιρέτως εθνικότητος, κάνουν λόγο για αυξημένη εγκληματικότητα, που επηρεάζει την εμπορική τους δραστηριότητα.
πηγή